Ανάλυση Δακρυϊκής Λειτουργίας – IDRA

Ανάλυση Δακρυικής Λειτουργίας &  Ξηροφθαλμίας – IDRA:

Το IDRA αποτελεί μια καινοτόμα διαγνωστική εξέταση επιτελώντας ανάλυση της δακρυικής λειτουργίας, και επιτρέποντας την ταχεία και λεπτομερή δομική ανάλυση της σύνθεσης των δακρύων. Χάρη σε αυτό το διαγνωστικό μηχάνημα είναι πλέον δυνατό να προσδιοριστεί αυτόματα ο τύπος της ξηροφθαλμίας και να καθοριστεί η θεραπεία που απαιτείται ανάλογα με την προσβεβλημένη στιβάδα και το στάδιο της νόσου.

Τα εκτεταμένα χαρακτηριστικά του IDRA επιτρέπουν στους χειριστές του να επιδεικνύουν στους ασθενείς μετρήσιμες βελτιώσεις καθ’ όλη τη διάρκεια της θεραπευτικής τους πορείας.

Βασικές Λειτουργίες

Η ξηροφθαλμία μπορεί να διαγνωσθεί μέσω μιας ολοκληρωμένης σειράς εξετάσεων. Το IDRA έχει σχεδιαστεί για να διεξάγει διάφορα τεστ στο δακρυϊκό φιλμ, δίνοντας έμφαση στην ποιότητα και την ποσότητα των δακρύων και καταλήγοντας στην ανάλυση των μεϊβομιανών αδένων (μικροσκοπικοί αδένες στο άνω και κάτω βλέφαρο που εκκρίνουν ένα ελαιώδες υγρό, το οποίο είναι απαραίτητο για την καλή λίπανση των ματιών), χρησιμοποιώντας διεθνείς κλίμακες ταξινόμησης.

Ξεκινάμε με μια πλήρη καταγραφή ιστορικού του ασθενούς για τον προσδιορισμό των συμπτωμάτων, γενικών προβλημάτων υγείας, τη φαρμακευτική αγωγή ή περιβαλλοντικούς παράγοντες που μπορεί να έχουν συμβάλει στο πρόβλημα της ξηροφθαλμίας. Έπειτα ακολουθούν οι εξής εξετάσεις:

Το IDRA μπορεί να αξιολογήσει την ποσότητα και την ποιότητα της λιπιδικής στιβάδας στο δακρυικό φιλμ. Η συσκευή καταγράφει την λιπιδική στιβάδα και το λογισμικό αναλύει αυτόματα το LLT (πάχος λιπιδικής στιβάδας). Παράλληλα, γίνεται καταγραφή της δυναμικής, της συχνότητας αλλά και της ποιότητας των βλεφαρισμών.

Το μέγεθος του μηνίσκου δακρύων που σχηματίζεται στα περιγράμματα των βλεφάρων παρέχει χρήσιμες πληροφορίες για τον όγκο των παραγόμενων δακρύων. Ο μηνίσκος δακρύων μπορεί να εξεταστεί λαμβάνοντας υπόψη το ύψος, την κανονικότητα και το σχήμα του. Η μέτρηση αποκαλύπτει αν υπάρχει φυσιολογική, παθολογικά αυξημένη ή μειωμένη ποσότητα δακρύων από το δακρυικό αδένα.

Η σταθερότητα της βλεννώδης στιβάδας και ολόκληρου του δακρυικού φιλμ μετριέται μέσω του BUT ή του NITBUT, χρησιμοποιώντας κώνο Placido που προβάλλεται στον κερατοειδή χιτώνα. Με αυτό τον τρόπο μπορούμε να αξιολογήσουμε την χρονική στιγμή που εμφανίζεται το σπάσιμο των δακρύων και την έκταση της περιοχής που στεγνώνει στον οφθαλμό.

Απεικονίζει τη μορφολογία των μεϊβομιανών αδένων για την διάγνωση δυσμορφίας ή απόφραξή τους, πράγμα που σημαίνει δυσλειτουργία στο δάκρυ και άρα ελλιπή ενυδάτωση του ματιού. Η Μεϊβομιονογραφία γίνεται μέσω φωτισμού του βλεφάρου με υπέρυθρο φως.

Αυτή η εξέταση πραγματοποιείται στην εξωτερική επιφάνεια του ματιού και στα βλέφαρα. Βοηθά στην ανίχνευση της βλεφαρίτιδας και του Demodex (παράσιτα που εντοπίζονται γύρω από τη βάση των θυλάκων των βλεφαρίδων).

Γίνεται καταγραφή της γενικής εικόνας των αιμοφόρων αγγείων του επιπεφυκότα (το λευκό του ματιού), καθιστώντας δυνατή τη σύγκρισή τους με βάση κάποια πρότυπα ταξινόμησης βαθμού ερυθρότητας.

Ξεκινάμε με μια πλήρη καταγραφή ιστορικού του ασθενούς για τον προσδιορισμό των συμπτωμάτων, γενικών προβλημάτων υγείας, τη φαρμακευτική αγωγή ή περιβαλλοντικούς παράγοντες που μπορεί να έχουν συμβάλει στο πρόβλημα της ξηροφθαλμίας. Έπειτα ακολουθούν οι εξής εξετάσεις:

Το IDRA μπορεί να αξιολογήσει την ποσότητα και την ποιότητα της λιπιδικής στιβάδας στο δακρυικό φιλμ. Η συσκευή καταγράφει την λιπιδική στιβάδα και το λογισμικό αναλύει αυτόματα το LLT (πάχος λιπιδικής στιβάδας). Παράλληλα, γίνεται καταγραφή της δυναμικής, της συχνότητας αλλά και της ποιότητας των βλεφαρισμών.

Το μέγεθος του μηνίσκου δακρύων που σχηματίζεται στα περιγράμματα των βλεφάρων παρέχει χρήσιμες πληροφορίες για τον όγκο των παραγόμενων δακρύων. Ο μηνίσκος δακρύων μπορεί να εξεταστεί λαμβάνοντας υπόψη το ύψος, την κανονικότητα και το σχήμα του. Η μέτρηση αποκαλύπτει αν υπάρχει φυσιολογική, παθολογικά αυξημένη ή μειωμένη ποσότητα δακρύων από το δακρυικό αδένα.

Η σταθερότητα της βλεννώδης στιβάδας και ολόκληρου του δακρυικού φιλμ μετριέται μέσω του BUT ή του NITBUT, χρησιμοποιώντας κώνο Placido που προβάλλεται στον κερατοειδή χιτώνα. Με αυτό τον τρόπο μπορούμε να αξιολογήσουμε την χρονική στιγμή που εμφανίζεται το σπάσιμο των δακρύων και την έκταση της περιοχής που στεγνώνει στον οφθαλμό.

Απεικονίζει τη μορφολογία των μεϊβομιανών αδένων για την διάγνωση δυσμορφίας ή απόφραξή τους, πράγμα που σημαίνει δυσλειτουργία στο δάκρυ και άρα ελλιπή ενυδάτωση του ματιού. Η Μεϊβομιονογραφία γίνεται μέσω φωτισμού του βλεφάρου με υπέρυθρο φως.

Αυτή η εξέταση πραγματοποιείται στην εξωτερική επιφάνεια του ματιού και στα βλέφαρα. Βοηθά στην ανίχνευση της βλεφαρίτιδας και του Demodex (παράσιτα που εντοπίζονται γύρω από τη βάση των θυλάκων των βλεφαρίδων).

Γίνεται καταγραφή της γενικής εικόνας των αιμοφόρων αγγείων του επιπεφυκότα (το λευκό του ματιού), καθιστώντας δυνατή τη σύγκρισή τους με βάση κάποια πρότυπα ταξινόμησης βαθμού ερυθρότητας.