Παχυμετρία – Επιθηλιακός Χάρτης Κερατοειδούς

Παχυμετρία Κερατοειδούς

Η Παχυμετρία κερατοειδούς υπολογίζει το πάχος του εξωτερικού χιτώνα του ματιού που ονομάζεται κερατοειδής. Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να γίνει η μέτρηση αυτή. Μπορεί να γίνει με τη χρήση ειδικών εργαλείων που λέγονται παχύμετρα και απαιτούν τη χρήση αναισθητικών σταγόνων ή με νέες τεχνολογίες μη επεμβατικές. Το πρότυπο οφθαλμολογικό διαγνωστικό κέντρο EyeDiagnosis διαθέτει 2 σύγχρονα μηχανήματα για τον υπολογισμό του πάχους, με πολλαπλές κλινικές εφαρμογές:

  • Το πάχος του κερατοειδούς επηρεάζει την τονομέτρηση με τα συμβατικά τονόμετρα και συνεπώς είναι απαραίτητο να γνωρίζουμε αν ένας ασθενής έχει φυσιολογικό, αυξημένο ή μειωμένο πάχος κερατοειδούς, ιδιαίτερα σε ασθενείς με γλαύκωμα και αυξημένη πίεση στα μάτια. Το αυτόματο παχύμετρο και τονόμετρο αέρος NIDEK TONOREF III που διαθέτει το EyeDiagnosis μετράει την πίεση και το πάχος του κερατοειδούς και υπολογίζει αυτόματα την πραγματική πίεση του οφθαλμού
  • Ιδιαιτέρα χρήσιμες πληροφορίες δίνει και η παχυμετρία του επιθηλιου του κερατοειδούς . Το EyeDiagnosis διαθέτει τον οπτικό τομογράφο συνοχής της εταιρείας Optovue το οποίο είναι το μοναδικό διαγνωστικό μηχάνημα που προσφέρει παχυμετρικούς χάρτες όχι μόνο του κερατοειδή συνολικά αλλά και του επιθηλίου και του στρώματος του κερατοειδή (των στιβάδων του). Οι χάρτες αυτοί είναι ιδιαίτερα χρήσιμοι σε πολλές κλινικές περιπτώσεις:
    1. Εκτίμηση ξηροφθαλμίας: το επιθήλιο επηρεάζεται σημαντικά από τη χρόνια διαταραχή της δακρυικής στιβάδας και ο παχυμετρικός χάρτης μας δίνει σημαντικές πληροφορίες τόσο για τη βαρύτητα όσο και για την ανταπόκριση στη θεραπεία.
    2. Διάγνωση κερατόκωνου: όπως έχουν δείξει πολλαπλές μελέτες, ο χάρτης του επιθηλίου είναι από τους πρώτους δείκτες που επηρεάζονται καθώς εξελίσσεται ο κερατόκωνος, επιτρέποντας την πρώιμη διάγνωση με την εξέταση αυτή.
    3. Προεγχειρητικός έλεγχος για διαθλαστική επέμβαση (Laser για διόρθωση μυωπίας-αστιγματισμού-υπερμετρωπίας-πρεσβυωπίας): το πάχος του επιθηλίου και του κερατοειδή είναι απαραίτητο για την ακόμα μεγαλύτερη ακρίβεια των χειρουργικών αποτελεσμάτων καθώς επιτρέπει την εξατομίκευση των θεραπευτικών πρωτοκόλλων.